Δευτέρα 7 Σεπτεμβρίου 2015

Μια ψυχική γεωγραφία παραβολών και αφηγήσεων. Διαδικτυακό οδοιπορικό στους Δακτυλίους του Κρόνου του Sebald.




Είχα διαβάσει παλιά, ούτε θυμάμαι πια  το πότε, το  Tlön, Uqbar, Orbis Tertius, την παράξενη και γοητευτική ιστορία του Μπόρχες, σε ένα μικρό τομίδιο των εκδόσεων  Ύψιλον. Ένα αριστούργημα διανοητικό – και λογοτεχνικό βεβαίως – για το πώς ένας επινοημένος κόσμος, ένα σύμπαν της φαντασίας όπου ισχύουν και δεν ισχύουν οι νόμοι που προκαλούν τα φαινόμενα και τα γεγονότα της δικής μας πραγματικότητας έχει παρεισφρήσει αρχικά ως λήμμα σε ένα αντίτυπο μιας εγκυκλοπαίδειας και σιγά σιγά διεισδύει προκαλώντας αλλόκοτα φαινόμενα και στο δικό μας κόσμο μέχρι την ολοκληρωτική του απορρόφηση.... Παραπάνω δεν μπορώ να πω για αυτήν την ιστορία  που ξαναδιάβασα αργότερα , στην συγκεντρωτική έκδοση των πεζών Απάντων του Μπόρχες από τις εκδόσεις Ελληνικά Γράμματα. Μια έκδοση που ανατυπώθηκε προσφάτως από άλλον εκδοτικό οίκο – ευτυχώς – μια και τα Ελληνικά Γράμματα έκλεισαν και τα βιβλία τους, κάποια πολύ σπάνια δυστυχώς και χωρίς τη δημοφιλία τοιυ Μπόρχες, οδηγήθηκαν στην καταστροφή. Οι φιλοσοφικές και λογοτεχνικές αναφορές  στο Tlön, Uqbar, Orbis Tertius, από τις προσφιλείς του Μπόρχες, αφορούν τον ιδεαλισμό του Μπέρκλεϋ, την μη ύπαρξη του χρόνου, την δημιουργική δύναμη του σολιψισμού είναι εξαιρετικά ερεθιστικές, δεν είναι ωστόσο αυτός ο λόγος που με έκανε να γράψω αυτές τις γραμμές. Είναι γιατί συνειδητοποίησα, και θα εξηγήσω το πώς, ότι οι τρόποι της λογοτεχνίας είναι ανεξάντλητοι όταν ο αφηγητής θέλει να μιλήσει για τα φαινόμενα του κόσμου του και πώς επηρεάζουν την ανθρώπινη ψυχή. 


Τα φαινόμενα του φυσικού κόσμου εννοώ, της γεωγραφίας, των γεωλογικών διαμορφώσεων του τοπίου, των μεταβολών του με όρους και μεταφορές που εκπλήσσουν για την φαινομενική τους ασυμβατότητα. Εν τούτοις γίνεται κάποτε να απεικονίζεται στο έξω, σε αυτό που είναι ορατό, σε αυτό που συμβαίνει, μια αλλότρια αφήγηση, μια ιστορία, μια πνευματική δημιουργία που ανήκει σε άλλο πεδίο. Αυτό όταν ο αναγνώστης το συλλάβει μετατρέπεται σε κάτι οικείο, μια ενοποιητική διαδικασία επέρχεται που ενοποιεί τα πάντα, το μέσα γίνεται έξω, η φύση γίνεται πνεύμα, γίνεται ψυχή και ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή.
Ξανάπιασα αυτές τις μέρες το διαδικτυακό οδοιπορικό μου στον κόσμο του
Sebald. Μια διαδικασία παράλληλη με την ανάγνωση, μια άλλη ανάγνωση στα βήματα του μαγεμένου αναγνώστη θα έλεγα που ονειρεύεται να βαδίσει και αυτός εκεί κάποτε, θαρρεί πως ανατρέχοντας στους τόπους ίσως συνομιλεί με το αγαθό πνεύμα του αφηγητή. Θέλει να δει με τα δικά του μάτια, θέλει να γράψει ένα ίδιο κείμενο, να το ιδιοποιηθεί, να βγει ίσως από το περιθώριο της γραμμένης σελίδας, να συμπληρώσει όπως μπορεί. 






Στους Δακτυλίους του Κρόνου έχω περιδιαβεί και άλλες φορές. Στο οδοιπορικό μου στη Σκιάθο του Παπαδιαμάντη όπου γράφοντας για τον Αη Γιαννάκη του Μώλου, μια εκκλησία που γλίστρησε στη θάλασσα αναφέρθηκα στο Ντάνιτς του Σάφοκ και τις εκκλησίες του που έχουν βυθιστεί…Την τελευταία φορά που πήγα στην Κρήτη, στην παράσταση του Μιχάλη Βιρβιδάκη  με το έργο της Ελίζαμπεθ Κούτι «Παντελόνι από λέπια», επισήμανα σε ένα κείμενο στην Αυγή την παρουσία του Όρφορντ Νες και τα παράξενα ραντάρ που αναφέρει ο Ζέμπαλντ. Αυτά τα πέτρινα ραντάρ του πολέμου, γιγάντια αυτιά για να συλλαμβάνουν τους ήχους από τα εχθρικά αεροπλάνα, τα είχα επίσης εντοπίσει γράφοντας για το «αυτίον της γης» και την Μετανάστιδα του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη.



Παρακινήθηκα λοιπόν αυτή τη φορά να ψάξω για μια λίμνη, μια υφάλμυρη λίμνη που η μετάφρασή μου του Γιάννη Καλιφατίδη στις εκδόσεις Άγρα ανέφερε ως Μπένεκερ Μπρόουντ. Η μεταγραφή του ονόματός της σε λατινικούς χαρακτήρες δυστυχώς δεν έδινε αποτέλεσμα με τις μηχανές του
Google. Ωστόσο αφού την επισκέφτηκε ο Sebald εκεί παρά την ομίχλη που επικρατούσε τότε δεν υπήρχε αμφιβολία ότι η λίμνη υπήρχε. Πού να φανταστώ  ότι από το 1992 του οδοιπορικού του, μέχρι σήμερα η λίμνη μάλλον θα είχε την τύχη της λίμνης του Αγίου Γεωργίου στο «Ολόγυρα στη λίμνη» του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη. Θα ίσχυε και για αυτήν το «δεν ήτο». Σύμφωνα με την περιγραφή, βρισκόταν περίπου ανάμεσα σε δυο κωμοπόλεις της Ανατολικής Αγγλίας. Το Λόεστοφτ και το Σάουθολντ. Επίσης ο συγγραφέας ανέφερε την απόκρημνη ακτή του Κόουβχάιθ από όπου παρατήρησε το πολυπλόκαμο,  δικέφαλο, θαλάσσιο  τέρας, το ζευγάρι σε ερωτική περίπτυξη που τον είχε ξαφνιάσει όπως κοιτούσε από ψηλά. Ανευρέθη λοιπόν το Benacre Broad, μια λωρίδα γης ανάμεσα σε μια λίμνη και τη θάλασσα – όπως, τι συμπτωση, μια πευκόφυτη λωρίδα γης χώριζε επίσης τη λίμνη του Αγίου Γεωργίου από τη θάλασσα. Αυτά τα πεύκα φαίνεται έκαναν τη διαφορά, αλλά και το έργο των ανθρώπων, τα κτίσματα και το ναυπηγείο και παρά το επίμονο έργο της διάβρωσης, η λωρίδα στη Σκιάθο παραμένει  και χωρίζει τη λίμνη από τη θάλασσα. Η αποξήρανση για την κατασκευή του αεροδρομίου έχει γίνει  από την άλλη πλευρά.




Στη λίμνη Benacre όμως, η διάβρωση και το αργιλώδες και τόσο μαλακό έδαφος, κάνουν την παλίρροια να διεισδύει στη λίμνη πάνω από τη λωρίδα και όταν αποτραβιέται να της στραγγίζει τα νερά και να τα αντικαθιστά με θαλασσινά.
Σιγά σιγά η λίμνη γινόταν αλμυρή – υφάλμυρη την εποχή που έγραφε ο
Sebald.


Είδα στο διαδίκτυο εικόνες από νεκρούς κορμούς δέντρων, είδα το αργιλώδες Κόουβχάιθ να διαβρώνεται, είδα ένα φιλμάκι που κατέγραφε την πορεία εξαφάνισης της λίμνης καθώς  το Μπρόουντ, η λωρίδα κατατρώγεται, είδα την εκκλησία του Αγίου Ανδρέα όπως και οι εκκλησιές του Ντάνιτς να καταβυθίζεται…

Η λίμνη στο τέλος εξαφανίζεται. «Δεν ήτον» όπως γράφει ο Παπαδιαμάντης.


Η δραματικότητα της φυσικής καταστροφής, η ολοκληρωτική επικράτηση της διάβρωσης, η διείσδυση και επέλαση εν τέλει της θάλασσας  όπως περιγράφεται στο διαδίκτυο υπάρχει στο βιβλίο με προμηνύματα, αισθήσεις από το τοπίο, αστάθεια στα βήματα, έναν κίνδυνο που επέρχεται, έναν ίλιγγο – κάτι που θα καταστραφεί – ίσως η διάθεση του συγγραφέα να μην μιλά ποτέ ακριβώς για την καταστροφή που δεν μπορεί ο αναγνώστης να διαχειριστεί, ίσως μια άλλη καταστροφή υποννοείται κάπου αλλού. Όμως οι συνειρμοί του ανεπαισθήτως σε εκείνη τη θέση τον οδηγούν στο
Tlön, Uqbar, Orbis Tertius του Μπόρχες, εκεί που ο ένας κόσμος καταλαμβάνει τη θέση του άλλου και δεν χρειάζονται πλέον άλλες γεωλογικές περιγραφές ή δυσοίωνες μεταφορές, το τοπίο είναι εξ ολοκλήρου ψυχικό. 

Δεν υπάρχουν σχόλια: